Πρέπει να ήταν ένα βράδυ, τέλη Γενάρη του 1973. Ακριβώς 40
χρόνια πριν. Πρέπει να ήταν στην Καισαριανή. Δύο μέρες πριν είχαν κοπεί τα
πόδια πολλών από μας, όταν η χούντα ανακοίνωσε τη διακοπή της «αναβολής» και
την άμεση παρουσία στα κέντρα εκπαίδευσης πεζικού για εκατό και πάνω φοιτητές.
Δύο μέρες μετά δοκιμάσαμε την ταπείνωση του κουρέματος με την ψιλή μηχανή, του
καψωνιού, της βίας, που για πολλούς κατέληξε στα κέντρα βασανισμών της ΕΣΑ.
Εκείνο λοιπόν το βράδυ, σε μια μεγάλη ταβέρνα πλημμυρισμένη
από φοιτητόκοσμο, έγινε το μεγάλο γλέντι αποχαιρετισμού. Το οργάνωναν όσοι
έμεναν πίσω. Ο μεγαλύτερος αριθμός ήταν συμφοιτήτριες, οι «κοπέλες» μας, που
δεν είχε τη δυνατότητα ούτε η χούντα να τις επιστρατεύσει στο στρατό της, που
ήταν «άβατο» για τις γυναίκες όπως το Άγιο Όρος.
Εκατοντάδες στριμωγμένοι, ο ένας να μπερδεύει το πιάτο και
το ποτήρι του άλλου, η καθεμιά να αγκαλιάζει το φίλο της άλλης ελεύθερα, να
μιλάμε με πάθος για την Ελλάδα της δημοκρατίας και το σοσιαλισμό, να τραγουδάμε
ανοιχτά «είμαστε δύο, είμαστε τρεις, είμαστε χίλιοι δεκατρείς» και τα άλλα
παράνομα του Θεοδωράκη, να νικάμε το φόβο, να ανυψωνόμαστε μέχρι τον ουρανό.
Στις προπόσεις, η μία μετά την άλλη... κάποιος είπε δυο λόγια,
η φωνή του «έσπασε» και -σαν να επρόκειτο για ηλεκτρικό ρεύμα- όλη η αίθουσα
ξέσπασε σε λυγμούς. Όλοι. Και οι σερβιτόροι και οι λαντζιέρισσες. Δεν έχω
ξαναβρεθεί σε εστιατόριο που να κλαίνε όλοι μαζί επί ώρες. Δεν το έχω δει ούτε
στις ταινίες του Κουστουρίτσα.
Δεν ήταν μοιρολόγι, ούτε πένθος. Ήταν μια ξαφνική ομαδική
αποκάλυψη ότι με τη μαζική στράτευση το φοιτητικό κίνημα αναδεικνυόταν ο
ισχυρός αντίπαλος της χούντας – όπως και έγινε. Ήταν λυγμοί αίσθησης μιας
ασύλληπτης για την ηλικία μας δύναμης, δέσμευσης και όρκου συνειδητοποίησης ότι
το ακλόνητο τείχος της χούντας είναι ευάλωτο, συλλογικής υπερηφάνειας, έρωτα
για καθετί όμορφο και ακατόρθωτο.
Τι σημασία έχει στις δύσκολες στιγμές που ζούμε σήμερα όλη
αυτή η ανάμνηση;
Κάτι τέτοιες στιγμές, που τις συναντάς μέσα από τις πιο
διαφορετικές μορφές σε όλες τις φάσεις και σε όλους τους τόπους, όταν
αναδεικνύεται ένα μεγάλο κίνημα σύγκρουσης, αμφισβήτησης, απελευθέρωσης και
ανασυγκρότησης, όταν οι ιδέες της Αριστεράς γίνονται ένα ασυγκράτητο ποτάμι,
είναι σε διάλογο και επικοινωνία με το σήμερα. Ιδιαίτερα εδώ στην Ελλάδα, που
βιώνει ίσως τη μεγαλύτερη κρίση στην ιστορία της, που η απελευθέρωσή της είναι
το μεγάλο ζητούμενο. Και που η Αριστερά είναι η μόνη δύναμη που μπορεί να είναι
ο φορέας αυτής της απελευθέρωσης.
Στις μέρες που ζούμε, «Αριστερά» μαθαίνουμε να θεωρούμε τα
κόμματα που έχουν ιστορική καταγωγή από το εργατικό ή το κομμουνιστικό κίνημα.
«Αριστερά» θεωρούμε τις εισαγγελικές κορόνες για το σημερινό μακελειό που έχει φέρει
η τρόικα στον ελληνικό λαό και που συνηχεί με την οργή του λαού. Ακούμε ότι
«Αριστερά» είναι η διαπραγματευτική ικανότητα απέναντι στις άλλες πολιτικές
δυνάμεις που προσκυνούν την Παναγία του Βερολίνου. Βλέπουμε από τις τηλεοράσεις
η «Αριστερά» να έχει ένα ημίψηλο ταχυδακτυλουργού, να ανακατεύει στατιστικές
και αριθμούς και να βγάζει ένα φρεσκοτυπωμένο πιστοποιητικό απελευθέρωσης από
το Μνημόνιο, χωρίς να χρειάζεται να γκρεμιστεί τίποτε από το πλαίσιο του
συστήματος. Ακούμε ότι «Αριστερά» είναι η «συνέπεια και συνέχεια» στην πολιτική
της Ελλάδας, δηλαδή των κυβερνήσεων του δικομματισμού που έχουν φέρει τον τόπο
στο τέλμα.
Μπορεί κάποια από αυτά να είναι πράγματι Αριστερά. Αλλά άλλα
είναι τα κύρια. Είναι η αμφισβήτηση της κεντρικής ιδεολογίας του συστήματος.
Είτε του ελληνοχριστιανισμού τότε είτε του ευρωκεντρισμού σήμερα. Είναι η
ικανότητα να διαμορφώνεται ένα εναλλακτικό πρόγραμμα που βρίσκεται σε πλήρη
σύγκρουση με τις βεβαιότητες της εποχής, όσα στηρίγματα κι αν αυτές έχουν. Είτε
τα τανκς και τον Νίξον τότε. Είτε τα PSI, τα OSI και τον Σόιμπλε σήμερα.
Είναι μια νέα γενιά (κι ένας κόσμος της εργασίας) που ζει σε
έναν κόσμο απειλών, ταπείνωσης, αναξιοπρέπειας, ανεργίας, εξαθλίωσης, πείνας.
Εχει όμως την ίδια στιγμή ένα δεύτερο κόσμο που της δίνει ελπίδα και σωτηρία,
που την εμπνέει και την εμψυχώνει, που τη βγάζει από την παθητικότητα, που της
δημιουργεί αυτοεκτίμηση και αίσθηση δύναμης, που την κάνει να τα δώσει όλα στη
μεγάλη μάχη. Για μια Ελλάδα δημοκρατική τότε, για μια Ελλάδα ζωντανή σήμερα. Αν
αυτός ο δεύτερος κόσμος δεν δημιουργηθεί στη συλλογική φαντασία, είναι αδύνατο
να υπάρξει στην πραγματικότητα.
Δυστυχώς, σήμερα βιώνουμε ένα μεγάλο πολιτικό παράδοξο
σχετικά με την Αριστερά. Ποτέ δεν έχει ξανασυμβεί αυτό. Ένα κόμμα αριστερής
καταγωγής είναι στην κυβέρνηση. Ενα άλλο κόμμα αριστερής καταγωγής είναι
αξιωματική αντιπολίτευση. Και χρησιμοποιώ τον όρο «αριστερής καταγωγής» όχι για
να προσβάλω κανένα. Σε μια εποχή που έχουν έρθει τα πάνω κάτω ισχύει για όλους.
Το «τι» και «ποιοι» και «αν» υπάρχει Αριστερά ως δύναμη σωτηρίας του κόσμου της
εργασίας είναι προς απόδειξη.
Το πρώτο από αυτά τα κόμματα έχει φτάσει στο σημείο εκ των
πραγμάτων να είναι συνένοχο στις ανατροπές των εργασιακών κατακτήσεων, σε
αστυνομοκρατικές πρακτικές, ακόμη και σε επιστρατεύσεις. Το δεύτερο έχει
επιτύχει να αναδειχθεί στον υπ’ αριθμόν ένα κομματικό αντίπαλο της κυβέρνησης.
Οχι όμως σε προγραμματικό ούτε σε ιδεολογικό αντίπαλο. Το αντίθετο. Εχει πλήρως
αποδεχθεί το πλαίσιο δράσης του συστήματος: με κάθε όρο παραμονή στην Ευρωζώνη.
Η καλή Αμερική. Ο Σόιμπλε που το συζητάει. Το νέο διαπραγματευτικό πλαίσιο,
επειδή έγινε αναφορά για το κατοχικό δάνειο και τη Siemens. Οι νοικοκυραίοι. Οι
συμμαχίες με τη λαϊκή Δεξιά.
Και ακόμη χειρότερα. Η ενεργή πια συμμετοχή στην εκστρατεία
φόβου του συστήματος σχετικά με την παραμονή στην Ευρωζώνη. Οχι μόνο δεν έχει
υπάρξει αντίθεση, όχι μόνο δεν παραπέμπεται ένα από τα κυρίαρχα προβλήματα της
κρίσης στην ετυμηγορία του λαού με δημοψήφισμα, όχι μόνο δεν αναδείχνεται η
αποχώρηση από την Ευρωζώνη ως έστω ένα ενδεχόμενο, αν δεν υπάρξει στροφή της
ευρωπαϊκής πολιτικής. Η επίσημη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης «η
αποχώρηση από το ευρώ αποτελεί εθνική καταστροφή» συνιστά εκ των πραγμάτων
άμεση συνεργασία με την κυβέρνηση στην εκστρατεία τρομοκράτησης του ελληνικού
λαού.
Είναι λυπηρό που γίνονται όλα αυτά. Αλλά γίνονται. Είναι
ελπιδοφόρο όμως ότι μέσα σε μια κοινωνία που επιζητεί άμεση λύση στην ανεργία,
την υπερφορολόγηση, τον κίνδυνο απόλυσης, τη μισθολογική υποβάθμιση και την
πείνα οι διεργασίες είναι πλέον πολύ πιο προχωρημένες από μια Βουλή που χάνει
συνεχώς την επαφή μαζί της. Κι ένα όλο και πιο μεγάλο τμήμα της ρίχνει τα
ηλεκτρικά συρματοπλέγματα που έχουν στηθεί πάνω στα σύνορα της Ευρωζώνης, στις
προσδοκίες και τις διεκδικήσεις της να υπερβαίνει, να αναζητά ένα χώρο
ελευθερίας και αυτοδιαχείρισης του λαού.
Σε αυτή τη διεργασία μπορούν να συμβάλουν παλιές και νέες
δυνάμεις πάνω σε ένα στρατηγικό πρόγραμμα μεγάλων αλλαγών. Απελευθέρωση από
τους δανειστές. Σχεδιασμός της οικονομίας. Ανάκτηση της εσωτερικής αγοράς. Έλεγχος
στην κίνηση κεφαλαίου. Τράπεζες του λαού. Επικέντρωση στην εκπαίδευση και τις
τεχνολογίες. Αναβίωση της αγροτικής οικονομίας. Συλλογικές μορφές δράσης.
Εθνικό Νόμισμα. Ρευστότητα. Στήριξη στη λαϊκή ευρηματικότητα. Ανάδειξη ενός
εναλλακτικού καινοτόμου δρόμου για την ισότιμη ευρωπαϊκή συνεργασία.
Υπάρχουν κάποιες στιγμές σε κάθε λαό, συνήθως έπειτα από
πολέμους ή μεγάλες οικονομικές καταστροφές, που δημιουργείται ένας αφάνταστος
συναγερμός δημιουργίας. Το έχουμε διαβάσει για τα σοσιαλιστικής χροιάς κιμπούτς
του Ισραήλ – αν βέβαια αφαιρέσουμε τον πολεμικό και βίαιο χαρακτήρα της
εισβολής στα παλαιστινιακά εδάφη. Το είδαμε στην Πορτογαλία των γαριφάλων τα
πρώτα χρόνια μετά την πτώση της μακρόχρονης χούντας. Το είδαμε σε λατινοαμερικανικές
χώρες, όπως η Βολιβία ή η Βραζιλία στην πρώτη φάση του Λούλα. Το είδαμε σε
σύντομο διάστημα στις απελευθερωμένες περιοχές της Ελλάδας στην Κατοχή. Η λαϊκή
αλληλεγγύη και ανάταση μπορούν να υπερβούν τους περιορισμούς και τις προβλέψεις
των οικονομικών νόμων.
από την Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία
πηγη: seisaxthia-epam
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου